- αἰγυπτιακή
- Αἰγυπτιακόςoffem nom/voc sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αἰγυπτιακῇ — Αἰγυπτιακός of fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αἰγυπτιακῇ — Αἰγυπτιακός of fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Αἰγυπτιακή — Αἰγυπτιακός of fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Διάταξις Αιγυπτιακή Εκκλησιαστική — Η αρχαιότερη συλλογή κανονισμών και οδηγιών της χριστιανικής Εκκλησίας. Ονομάστηκε έτσι γιατί βρέθηκε στην Αίγυπτο, ως μέρος ενός μεγαλύτερου συγγράμματος που τιτλοφορείται Σύνοδος της Εκκλησίας της Αλεξανδρείας. Ο ακριβής χρόνος της συγγραφής… … Dictionary of Greek
Νέφθυς — Αιγυπτιακή θεότητα κατά την αρχαιότητα. Ήταν κόρη του Σεβ (Γη) και της Νουτ (Ουρανού), σύζυγος του Σετ, από τον οποίο γέννησε τον Άνουβη, και αδελφή του Όσιρη και της Ίσιδας. Στον περίφημο μύθο του Όσιρη, ο οποίος κατατεμαχίστηκε από τον Σετ, η Ν … Dictionary of Greek
Όσιρις — Αιγυπτιακή θεότητα, η λατρεία της οποίας απέκτησε σημασία κυρίως από τα τέλη του Αρχαίου Βασιλείου. Η προέλευση της όμως είναι πολύ πιο αρχαία: ανάγεται σε ένα τυπικό ον των μυθολογιών που διαμορφώθηκαν στο περιβάλλον πρωτόγονων καλλιεργητών. Οι… … Dictionary of Greek
όσιρις — Αιγυπτιακή θεότητα, η λατρεία της οποίας απέκτησε σημασία κυρίως από τα τέλη του Αρχαίου Βασιλείου. Η προέλευση της όμως είναι πολύ πιο αρχαία: ανάγεται σε ένα τυπικό ον των μυθολογιών που διαμορφώθηκαν στο περιβάλλον πρωτόγονων καλλιεργητών. Οι… … Dictionary of Greek
Άνουβις — Αιγυπτιακή θεότητα. Γιος της Ίσιδας και του Όσιρη, προστάτης των νεκρών, ο οποίος πρωτοστατούσε στην τελετουργία της ταρίχευσής τους, τους οδηγούσε στον Κάτω Κόσμο και επέβλεπε στο ζύγισμα των ψυχών στην αίθουσα της Κρίσης. Εικονίζεται ως μαύρος… … Dictionary of Greek
Βιβλίο των νεκρών — Αιγυπτιακή συλλογή κειμένων νεκρικού τύπου, τα οποία από την αρχή του Νέου Βασιλείου (1580 1350 π.Χ.) αντιγράφονταν σε πάπυρο με πλούσια εικονογράφηση και συνόδευαν τον νεκρό στον τάφο. Προέρχεται, με πολλές παραλλαγές, από τα Κείμενα των… … Dictionary of Greek
Ίσιδα — Αιγυπτιακή θεότητα, προστάτιδα της Αλεξάνδρειας και ιδιαίτερα των ναυτικών, οι οποίοι διέδωσαν τη λατρεία της σε όλη τη λεκάνη της Μεσογείου. Ο Ηρόδοτος την ταύτιζε με τη θεά Δήμητρα. Τιμήθηκε πολύ στην αρχαία Ρώμη. Από το 59 π.Χ., όμως, η… … Dictionary of Greek